ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Κλειστά σύνορα – ανοιχτά σχολεία
Πηγαίνετε πίσω, στην περίοδο που ήσασταν έφηβοι. Μπορείτε να ανακαλέσετε όλη αυτή την αγωνία, τη σύγχυση και το βάθος των συναισθημάτων που αναμιγνύονται με ένα ελεύθερο πνεύμα και την ατέλειωτη ονειροπόληση του τι θα γίνετε όταν μεγαλώσετε; Φανταστείτε πώς αυτά τα συναισθήματα μετασχηματίζονται όταν παιδιά-πρόσφυγες αιτούντες ασύλου αποκόπτονται με βίαιο τρόπο από το σχολικό περιβάλλον και τις συνήθεις εφηβικές δραστηριότητες. Συγκρίνοντας την κατάσταση των παιδιών των προσφύγων με την αντίστοιχη των συνομηλίκων τους διαφαίνεται το χάσμα. Πολλά από τα προσφυγόπουλα πηγαίνουν για πρώτη φορά σχολείο στις χώρες υποδοχής.
Τώρα, πώς θα σας φαινόταν αν μπορούσατε να βρείτε ένα μέρος για να πάτε ως έφηβος; Τι θα λέγατε αν είχατε τη δυνατότητα συμμετοχής στην εκπαίδευση που θα σας ενθάρρυνε να σκέφτεστε δημιουργικά, κριτικά και συνεργατικά;
Ο Μπερίν, ο 17χρονος ράπερ από τη Συρία, είναι ένα από τα παιδιά προσφύγων που έχει αυτή την ευκαιρία. Ήρθε στην Ελλάδα πριν από ενάμιση χρόνο μαζί με τους γονείς και τα έξι αδέλφια του. Τις πρώτες δέκα μέρες έμειναν στο κέντρο υποδοχής προσφύγων στη Δράμα και έπειτα στη Νεάπολη Θεσσαλονίκης. Φοιτά στο 4ο Γυμνάσιο Θεσσαλονίκης.
«Το αγαπημένο μου μάθημα είναι τα -αρχαία- ελληνικά. Χωρίς τη γλώσσα δεν κάνεις τίποτα. Επίσης, μου αρέσουν τα μαθηματικά».
Ο Μπερίν έχει φανταστεί τη ζωή του στην Ελλάδα. «Όταν περπατάω, είναι σα να είμαι στη Συρία. Η Θεσσαλονίκη μοιάζει πολύ με τη Δαμασκό». Αν και δεν είναι λίγες οι φορές που όταν σκεφτόμαστε πρόσφυγες, φανταζόμαστε φτωχούς και αβοήθητους ανθρώπους, η οικογένεια του Μπερίν δεν ήταν συνηθισμένη να ζει σε συνθήκες στέρησης. Οι καταστάσεις τους υποχρέωσαν να υιοθετήσουν αυτόν τον τρόπο ζωής.
«Όταν έφυγα, στενοχωρήθηκα. Είχαμε μια καλή ζωή, σπίτι, αυτοκίνητο». Ωστόσο, όπως εξομολογείται, παρά τη νοσταλγία, δεν σκέφτεται να επιστρέψει άμεσα.
Ο Μπερίν μελετά αδιάκοπα. Θεωρεί πως αυτή είναι η κατάλληλη ηλικία για να επενδύσει κανείς στον εαυτό του και να εξασφαλίσει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στο μέλλον. «Από τις 8 μέχρι και τις 14.00 είμαι στο σχολείο και μετά από τις 15.30 μέχρι και τις 20.00 έρχομαι εδώ. Αυτή είναι η ζωή μου».
«Διάβασε για τον εαυτό σου. Μην γίνεις σαν κι εμένα».
«Θέλω να γίνω δικηγόρος για να τον κάνω χαρούμενο».
«Αν δεν ξέρεις τίποτα, οι άνθρωποι δεν σε συμπαθούν».
Παρών στη συζήτησή μας ήταν και ο αδερφός του, Μπεγιάρ, 15 χρόνων. Τα δύο αδέλφια μοιράζονται την ίδια αγάπη για το σχολείο, τα μαθηματικά και τη Θεσσαλονίκη.
Η Ελλάδα καταβάλει σημαντικές προσπάθειες για την παροχή εκπαίδευσης στα παιδιά προσφύγων, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές προκλήσεις όσον αφορά την ένταξή τους στην κανονική εκπαίδευση. «Τους θέλουμε εδώ. Πρέπει να πείσουμε τις οικογένειες να μείνουν εδώ», τονίζει ο δήμαρχος της Θεσσαλονίκης, Γιάννης Μπουτάρης.
Οι πρώτες δομές υποδοχής για την εκπαίδευση των προσφύγων (ΔΥΕΠ) άρχισαν τον Οκτώβριο του 2016 για παιδιά ηλικίας έως 15 ετών που διαμένουν σε κέντρα υποδοχής προσφύγων (ΠΓΣ) και άλλα καθεστώτα στέγασης.
Οι τελευταίες εκτιμήσεις αριθμούν πάνω από 20.000 παιδιά πρόσφυγες στην Ελλάδα, εκ των οποίων το 48% είναι σχολικής ηλικίας (4-15 ετών) και 12% σε προσχολική ηλικία (Υπουργείο Παιδείας, 2017). Κατά τη διάρκεια του σχολικού έτους 2016/2017, 111 ΔΥΕΠ παρείχαν μαθήματα ως επί το πλείστον σε σχολικές πανεπιστημιουπόλεις κοντά σε ΠΓΣ κατά τη διάρκεια των μαθημάτων μετά το σχολείο. Τα μαθήματα κάλυψαν την ελληνική ως ξένη γλώσσα, τα αγγλικά, τα μαθηματικά και τις τεχνολογίες της πληροφορίας και της επικοινωνίας, καθώς και τη φυσική αγωγή και την τέχνη. Η εκπαίδευση παρέχεται από προσωρινούς εκπαιδευτικούς που απασχολούνται με μειωμένο ωράριο. Μέχρι τον Μάρτιο του 2017 περίπου 2.600 παιδιά σε 145 τάξεις εκπαιδεύτηκαν στα ΔΥΕΠ. Επιπλέον, η μη τυπική εκπαίδευση προσφέρεται από ΜΚΟ.
Μια από τις πιο δραστήριες οργανώσεις είναι η Solidarity Now. Αποστολή της είναι να παρέχει υποστήριξη, προστασία, εκπαίδευση και υπηρεσίες κοινωνικής ενσωμάτωσης σε πρόσφυγες. Τα παιδιά όχι μόνο λαμβάνουν εκπαίδευση αλλά και ψυχολογική υποστήριξη. Εκεί γνώρισα τη Μαράχ και τη Φαράχ, δεκατεσσάρων και έντεκα χρόνων αντίστοιχα. Σπίτι για τις δύο αδελφές ήταν η όαση Γούτα, στη Συρία. Εδώ και ένα χρόνο όμως βρήκαν στέγη στην Ελλάδα μαζί με τους γονείς, τις τέσσερις αδελφές και τους δύο αδελφούς τους. Και οι δύο αγαπούν τα μαθηματικά, ωστόσο, η προτίμησή τους διαφοροποιείται όσον αφορά στο επάγγελμα που θέλουν να κάνουν στο μέλλον. Η μία θέλει να γίνει δικηγόρος για να αποδώσει δικαιοσύνη και η άλλη παιδίατρος.
Εκτιμάται ότι 2.000 παιδιά φοιτούν στη βασική εκπαίδευση. Η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες παράγει εκπαιδευτικό υλικό ευέλικτο ώστε να προσαρμόζεται ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες και τις ανάγκες κάθε τάξης και διδακτικού αντικειμένου.
Όσον αφορά στη Θεσσαλονίκη, oι εγγραφές των παιδιών στην υποχρεωτική εκπαίδευση που βρίσκονται σε εκκρεμότητα αφορούν κυρίως άτομα που έγιναν πρόσφατα δεκτά στο πρόγραμμα REACT. Επιβραδύνει η γραφειοκρατία τα πράγματα; Προφανώς. Μπορεί να βελτιωθεί η κατάσταση; Σίγουρα.
Σχεδόν τα μισά από τα παιδιά των προσφύγων φοιτούν σε σχολεία. Το μεγαλύτερο ποσοστό στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Ο αριθμός των παιδιών που συνεχίζουν στη δευτεροβάθμια μειώνεται δραματικά ως αποτέλεσμα πολλών παραγόντων. Ασυνόδευτοι ανήλικοι, κυρίως αγόρια που αντιμετωπίζουν προβλήματα ψυχολογικής φύσης, ταξιδεύουν για μεγάλο χρονικό διάστημα και απέχουν για χρόνια από την εκπαιδευτική διαδικασία, και σπανιότερα, παιδιά μονογονεϊκών οικογενειών, εγκαταλείπουν πρόωρα το σχολείο.
Κάποια παιδιά έχουν γνωρίσει τη ζωή μόνο ως πρόσφυγες. «Είναι πολύ δύσκολο να πείσεις έναν έφηβο να πάει σχολείο. Θεωρούν ότι δεν το χρειάζονται πια γιατί αισθάνονται ήδη ενήλικοι», σχολιάζει η Δώρα Κοκοζίδου, εκπρόσωπος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Ακόμα, πολλά από τα παιδιά δεν έχουν προλάβει να πάνε σχολείο στη χώρα τους, κάτι το οποίο σημαίνει ότι αγνοούν ακόμη και τα στοιχειώδη για το πώς να συμπεριφερθούν σε μια σχολική αίθουσα. Τα παιδιά πρόσφυγες αντιμετωπίζουν δυσκολίες αλλά το ίδιο ισχύει και για τους δασκάλους που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην ένταξή τους.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΗΕ, το σχολείο είναι, για εκείνα, το μέρος για να «ξανακερδίσουν την κανονικότητα – ασφάλεια, φιλία, τάξη, ειρήνη». «Στόχος δεν είναι μόνο η εκπαίδευση αλλά να έχουν μια ρουτίνα, να συνηθίσουν να ξυπνούν νωρίς το πρωί. Η εκπαίδευση θα έρθει αργότερα», επισημαίνει και η κ. Κοκοζίδου. Το σχολείο είναι ένας τόπος θεραπείας, ευκαιρίας και εμπειρίας και η εκπαίδευση ένα μέσο επούλωσης των τραυμάτων τους.